Δεν είναι εύκολη ούτε και αβασάνιστη η όποια αναφορά και το όποιο αφιέρωμα μνήμης σε ένα τόσο κορυφαίο γεγονός, όπως αυτό της Επανάστασης του ΄21, σε έναν εμβληματικό και δραματικό αγώνα που χρειάστηκε όλους τους Έλληνες: οπλαρχηγούς, διπλωμάτες, δασκάλους, ιερείς, πολιτικούς, δυνατούς και αδύναμους με τις αρετές, τα λάθη και τα πάθη τους, με τον ενθουσιασμό και τις επιφυλάξεις, με τις διχογνωμίες και τις ομοθυμίες τους, με τις συνετές και τις παράτολμες πράξεις τους, μα πάνω από όλα με την υπέρβαση και την αυτοθυσία τους.
Πάντα θα είναι επίκαιρος ένας τέτοιος αγώνας όσο κι αν φαίνεται μακρινός ή παλιός. Πόσα ρηξικέλευθα και πρωτοποριακά συντελέστηκαν, που τον εκτόξευσαν στα όρια του θρύλου: θυσίες, αποφάσεις, συντάγματα, κατακτήσεις και πόσα άλλα που τον τραυμάτισαν: διχασμοί, προδοσίες, ιδιοτέλειες! Αλλά ας σκεφτούμε, τι από όλα αυτά λείπει και τι περισσεύει στη σύγχρονη εποχή; Πάντα θα υπάρχουν οι επιβιώσεις του «παλιού» μέσα στο «νέο» και τα ξυπνήματα του «νέου» μέσα στο «παλιό». Και ποιος θα ορίσει τι είναι το παλιό και τι το νέο κάθε φορά;
Όποια ανάγνωση κι αν κάνει κανείς στην Επανάσταση του 1821, δεν παύει να αποτελεί κορυφαίο γεγονός, το οποίο θα πρέπει πρώτα να το γνωρίσουμε, ιδιαίτερα οι σύγχρονοι Έλληνες, που συχνά ακυρώνουμε το παρελθόν μας εστιάζοντας σε μία πλευρά του μόνο και αποπροσανατολιζόμαστε μέσα στο σκεπτικισμό και τα μηδενιστικά μας ιδεολογήματα, αντί να τολμήσουμε να πλησιάσουμε τις αλήθειες του, αυτές που κρύβουν ή που αποκαλύπτουν τα ταραγμένα εκείνα χρόνια.
Αλλά για να φτάσει κανείς και στις αλήθειες χρειάζεται να διαβάσει, να αφουγκραστεί τα λόγια των αυτοπτών μαρτύρων, να πληροφορηθεί για τις πράξεις των πρωταγωνιστών, να φανταστεί τις συνθήκες κάτω από τις οποίες ενεργούσαν. Είναι ο μόνος τρόπος να επουλώσουμε τις πληγές, να λυτρωθούμε και να επαγρυπνούμε για τα κεκτημένα. Γι’ αυτό και το ευσύνοπτο αυτό αφιέρωμα αποτελεί ένα έναυσμα για μια ψύχραιμη και αντικειμενική ανάγνωση ενός τμήματος της ιστορίας μας, χρήσιμο σε μικρούς και μεγάλους.
Δύσκολο, στην εποχή της ταχύτητας και της επικυριαρχίας της εικόνας, να σκύψουμε πάνω από την ιστορία. Ωστόσο το σχολείο πρέπει να δείχνει κι έναν άλλο δρόμο εκτός από την οθόνη ή να χρησιμοποιεί την εικόνα για παιδευτικούς σκοπούς. Γι’ αυτό και η περιγραφή του σημαντικότερου γεγονότος, για κάθε μήνα του έτους, συνοδεύεται από αντίστοιχα εικαστικά έργα υψηλής αισθητικής τόσο της Εθνικής όσο και της Ευρωπαϊκής Πινακοθήκης, πράγμα που καταδεικνύει σε όλους και στους μαθητές μας, την εμβέλεια του Αγώνα εντός και εκτός συνόρων.
Όταν το σχολείο μένει ανοιχτό σε ιδέες και διαθέτει άοκνους δασκάλους, οι μνήμες του παρελθόντος δεν αποτελούν βαρίδια παρά αφορμή για να επαναπροσδιορίσουμε την ταυτότητα, και τα οράματα μας, να κοιτάξουμε από κοινού με αυτοπεποίθηση το μέλλον. Όταν πλησιάζουμε τα γεγονότα με την καρδιά ανοιχτή, δεν μπορεί παρά να έρθει στην επιφάνεια ο καλός εαυτός μας και τότε ίσως η σύγχρονη ρητορική μας, για το συλλογικό καλό, να αποκτήσει περιεχόμενο.
Συγχαρητήρια στους συναδέλφους που επωμίστηκαν την ευθύνη για τη συγγραφή, την επιμέλεια και την ψηφιοποίησή του και αφύπνισαν το ενδιαφέρον των παιδιών για την Επέτειο, με έναν πρωτότυπο και ταυτόχρονα παιδευτικό τρόπο.
Σοφία Μπαρδάνη – Τουτουντζάκη, Φιλόλογος